συνέρρευσαν

συνέρρευσαν
συρρέω
flow together
aor ind act 3rd pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • πρεσβυτεριανισμός — Όρος που προέρχεται από το πρεσβυτέριο (συμβούλιο των πρεσβυτέρων), και χαρακτηρίζει μία ιδιαίτερη μορφή οργάνωσης και εκκλησιαστικής διαμόρφωσης, που έχει την αρχή της στην Καλβινική Εκκλησία. Σε αντίθεση με την κογκρεγκασιοναλιστική και την… …   Dictionary of Greek

  • Αυστρία — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 18 Μαρτίου 1874. Το αστρικό φωτογραφικό του μέγεθος στη μέση αντίθεσή του είναι 13,1 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και 10,8 από τον Ήλιο. II Κράτος της κεντρικής… …   Dictionary of Greek

  • Καναδάς — I Επίσημη ονομασία: Καναδάς Έκταση: 9.970.610 τ. χλμ. Πληθυσμός: 30.007.094 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Οτάβα (827.898 κάτ. το 2001)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Ν με τις ΗΠΑ και στα Δ με την πολιτεία Αλάσκα των ΗΠΑ. Βρέχεται στα Β από… …   Dictionary of Greek

  • Νατάλ — (Natal). Επαρχία (6.0355 τ. χλμ.) της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας. Βρέχεται στα Α από τον Ινδικό ωκεανό και ορίζεται στο εσωτερικό από την αλυσίδα των ορέων Ντράκενσμπεργκ που κατεβαίνουν με αναβαθμίδες έως τα κράσπεδα των ακτών. Η παράκτια αυτή …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”